Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἄκμων
ἀκναμπτεί
ἄκνημος
ἄκνησμος
ἄκνηστις
ἄκνισος
ἀκνίσωτος
ἀκοά
ἀκοή
ἀκοιλάντως
ἀκοίλιος
ἄκοιλος
ἀκοίμητος
ἀκοινονόητος
ἄκοινος
ἀκοινωνησία
ἀκοινώνητος
ἀκοινωνία
ἀκοίτας
ἀκοίτης
ἄκοιτις
View word page
ἀκοίλιος
without ducts
ShortDef
without ducts
Debugging
Headword:
ἀκοίλιος
Headword (normalized):
ἀκοίλιος
Headword (normalized/stripped):
ακοιλιος
IDX:
2870
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-2871
Key:
Data
{'content': 'without ducts'}