Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀκμόθετον
ἄκμων
ἀκναμπτεί
ἄκνημος
ἄκνησμος
ἄκνηστις
ἄκνισος
ἀκνίσωτος
ἀκοά
ἀκοή
ἀκοιλάντως
ἀκοίλιος
ἄκοιλος
ἀκοίμητος
ἀκοινονόητος
ἄκοινος
ἀκοινωνησία
ἀκοινώνητος
ἀκοινωνία
ἀκοίτας
ἀκοίτης
View word page
ἀκοιλάντως
without deficiency, in full

ShortDef

without deficiency, in full

Debugging

Headword:
ἀκοιλάντως
Headword (normalized):
ἀκοιλάντως
Headword (normalized/stripped):
ακοιλαντως
IDX:
2869
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-2870
Key:

Data

{'content': 'without deficiency, in full'}