Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀκμοθέτης
ἀκμόθετον
ἄκμων
ἀκναμπτεί
ἄκνημος
ἄκνησμος
ἄκνηστις
ἄκνισος
ἀκνίσωτος
ἀκοά
ἀκοή
ἀκοιλάντως
ἀκοίλιος
ἄκοιλος
ἀκοίμητος
ἀκοινονόητος
ἄκοινος
ἀκοινωνησία
ἀκοινώνητος
ἀκοινωνία
ἀκοίτας
View word page
ἀκοή
a hearing, the sound heard
ShortDef
a hearing, the sound heard
Debugging
Headword:
ἀκοή
Headword (normalized):
ἀκοή
Headword (normalized/stripped):
ακοη
IDX:
2868
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-2869
Key:
Data
{'content': 'a hearing, the sound heard'}