Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἑλκτέος
ἑλκτικός
ἑλκτός
ἑλκύδριον
ἑλκύσιμος
ἕλκυσις
ἕλκυσμα
ἑλκυσμός
ἑλκυστάζω
ἑλκυστέος
ἑλκυστήρ
ἑλκυστήριος
ἑλκυστικός
ἑλκυστός
ἕλκυστρον
ἕλκω
ἑλκώδης
ἕλκωμα
ἑλκωματικός
ἕλκωσις
ἑλκωτικός
View word page
ἑλκυστήρ
instrument for drawing

ShortDef

instrument for drawing

Debugging

Headword:
ἑλκυστήρ
Headword (normalized):
ἑλκυστήρ
Headword (normalized/stripped):
ελκυστηρ
IDX:
28674
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-28675
Key:

Data

{'content': 'instrument for drawing'}