Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἕλιξις
ἑλιξόκερως
ἑλιξόπορος
ἑλίσσω
ἑλίτροχος
ἑλίχρυσος
ἐλιχώνη
ἑλκαίνω
ἕλκανον
ἑλκεσίπεπλος
ἑλκεσίχειρος
ἑλκετρίβων
ἑλκεχίτων
ἑλκέω
ἑλκηδόν
ἑλκήεις
ἑλκηθμός
ἕλκηθρον
ἕλκημα
ἑλκησίσταχυς
ἑλκητήρ
View word page
ἑλκεσίχειρος
drawing the hand after it
ShortDef
drawing the hand after it
Debugging
Headword:
ἑλκεσίχειρος
Headword (normalized):
ἑλκεσίχειρος
Headword (normalized/stripped):
ελκεσιχειρος
IDX:
28648
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-28649
Key:
Data
{'content': 'drawing the hand after it'}