Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἄκμηνος
ἀκμηνός
ἀκμής
ἀκμητεί
ἄκμητος
ἀκμοθέτης
ἀκμόθετον
ἄκμων
ἀκναμπτεί
ἄκνημος
ἄκνησμος
ἄκνηστις
ἄκνισος
ἀκνίσωτος
ἀκοά
ἀκοή
ἀκοιλάντως
ἀκοίλιος
ἄκοιλος
ἀκοίμητος
ἀκοινονόητος
View word page
ἄκνησμος
without irritation

ShortDef

without irritation

Debugging

Headword:
ἄκνησμος
Headword (normalized):
ἄκνησμος
Headword (normalized/stripped):
ακνησμος
IDX:
2863
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-2864
Key:

Data

{'content': 'without irritation'}