Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἑλικοειδής
ἑλικοκέρατος
ἑλικοπέταλος
ἑλικόρροος
ἑλικός
ἑλικοστέφανος
ἑλικτήρ
ἑλικτικός
ἑλικτός
Ἑλικών
ἑλίκων
Ἑλικωνιάς
Ἑλικώνιος
Ἑλικωνίς
ἑλικωτός
ἑλίκωψ
ἕλινος
ἑλινότροπος
ἑλινοφόρος
ἐλινύες
ἐλινύω
View word page
ἑλίκων
thread spun from the distaff to the spindle

ShortDef

thread spun from the distaff to the spindle

Debugging

Headword:
ἑλίκων
Headword (normalized):
ἑλίκων
Headword (normalized/stripped):
ελικων
IDX:
28625
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-28626
Key:

Data

{'content': 'thread spun from the distaff to the spindle'}