Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἑλικίας
ἑλικοβλέφαρος
ἑλικοβόστρυχος
ἑλικογραφέω
ἑλικοδρόμος
ἑλικοειδής
ἑλικοκέρατος
ἑλικοπέταλος
ἑλικόρροος
ἑλικός
ἑλικοστέφανος
ἑλικτήρ
ἑλικτικός
ἑλικτός
Ἑλικών
ἑλίκων
Ἑλικωνιάς
Ἑλικώνιος
Ἑλικωνίς
ἑλικωτός
ἑλίκωψ
View word page
ἑλικοστέφανος
with twisted diadem

ShortDef

with twisted diadem

Debugging

Headword:
ἑλικοστέφανος
Headword (normalized):
ἑλικοστέφανος
Headword (normalized/stripped):
ελικοστεφανος
IDX:
28620
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-28621
Key:

Data

{'content': 'with twisted diadem'}