Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἑλικηδόν
ἑλικίας
ἑλικοβλέφαρος
ἑλικοβόστρυχος
ἑλικογραφέω
ἑλικοδρόμος
ἑλικοειδής
ἑλικοκέρατος
ἑλικοπέταλος
ἑλικόρροος
ἑλικός
ἑλικοστέφανος
ἑλικτήρ
ἑλικτικός
ἑλικτός
Ἑλικών
ἑλίκων
Ἑλικωνιάς
Ἑλικώνιος
Ἑλικωνίς
ἑλικωτός
View word page
ἑλικός
eddying

ShortDef

eddying

Debugging

Headword:
ἑλικός
Headword (normalized):
ἑλικός
Headword (normalized/stripped):
ελικος
IDX:
28619
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-28620
Key:

Data

{'content': 'eddying'}