Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀκμή
ἀκμήν
ἄκμηνος
ἀκμηνός
ἀκμής
ἀκμητεί
ἄκμητος
ἀκμοθέτης
ἀκμόθετον
ἄκμων
ἀκναμπτεί
ἄκνημος
ἄκνησμος
ἄκνηστις
ἄκνισος
ἀκνίσωτος
ἀκοά
ἀκοή
ἀκοιλάντως
ἀκοίλιος
ἄκοιλος
View word page
ἀκναμπτεί
unflinchingly
ShortDef
unflinchingly
Debugging
Headword:
ἀκναμπτεί
Headword (normalized):
ἀκναμπτεί
Headword (normalized/stripped):
ακναμπτει
IDX:
2861
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-2862
Key:
Data
{'content': 'unflinchingly'}