Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἑλικάστερος
ἑλικαυγής
Ἑλίκη
ἑλίκη
ἑλικηδόν
ἑλικίας
ἑλικοβλέφαρος
ἑλικοβόστρυχος
ἑλικογραφέω
ἑλικοδρόμος
ἑλικοειδής
ἑλικοκέρατος
ἑλικοπέταλος
ἑλικόρροος
ἑλικός
ἑλικοστέφανος
ἑλικτήρ
ἑλικτικός
ἑλικτός
Ἑλικών
ἑλίκων
View word page
ἑλικοειδής
of winding
ShortDef
of winding
Debugging
Headword:
ἑλικοειδής
Headword (normalized):
ἑλικοειδής
Headword (normalized/stripped):
ελικοειδης
IDX:
28615
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-28616
Key:
Data
{'content': 'of winding'}