Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐλεφαντόνωτος
ἐλεφαντόπηχυς
ἐλεφαντόπους
ἐλεφαντοτόμος
ἐλεφαντουργία
ἐλεφαντουργική
ἐλεφαντουργός
ἐλεφαντοφάγος
ἐλεφαντοφανής
ἐλεφαντόχρως
ἐλεφαντόω
ἐλεφαντώδης
ἐλεφάντωσις
ἐλεφαντωτός
ἐλέφας
ἔλεφας
Ἐλεφήνωρ
ἐλεφιτίς
ἐλέχει
ἐλέωτρις
ἐληγός
View word page
ἐλεφαντόω
inlay with ivory

ShortDef

inlay with ivory

Debugging

Headword:
ἐλεφαντόω
Headword (normalized):
ἐλεφαντόω
Headword (normalized/stripped):
ελεφαντοω
IDX:
28589
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-28590
Key:

Data

{'content': 'inlay with ivory'}