Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐλεφάντειος
ἐλεφαντεύς
ἐλεφαντηγός
ἐλεφαντίασις
ἐλεφαντιάω
Ἐλεφαντίνη
ἐλεφάντινος
ἐλεφαντίσκιον
ἐλεφαντιστής
ἐλεφαντόβοτος
ἐλεφαντόδετος
ἐλεφαντοθήρας
ἐλεφαντοκομία
ἐλεφαντόκωπος
ἐλεφαντομαχία
ἐλεφαντομάχος
ἐλεφαντόνωτος
ἐλεφαντόπηχυς
ἐλεφαντόπους
ἐλεφαντοτόμος
ἐλεφαντουργία
View word page
ἐλεφαντόδετος
inlaid with ivory

ShortDef

inlaid with ivory

Debugging

Headword:
ἐλεφαντόδετος
Headword (normalized):
ἐλεφαντόδετος
Headword (normalized/stripped):
ελεφαντοδετος
IDX:
28573
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-28574
Key:

Data

{'content': 'inlaid with ivory'}