Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐλεφανταγωγός
ἐλεφαντάρχης
ἐλεφανταρχία
ἐλεφάντειος
ἐλεφαντεύς
ἐλεφαντηγός
ἐλεφαντίασις
ἐλεφαντιάω
Ἐλεφαντίνη
ἐλεφάντινος
ἐλεφαντίσκιον
ἐλεφαντιστής
ἐλεφαντόβοτος
ἐλεφαντόδετος
ἐλεφαντοθήρας
ἐλεφαντοκομία
ἐλεφαντόκωπος
ἐλεφαντομαχία
ἐλεφαντομάχος
ἐλεφαντόνωτος
ἐλεφαντόπηχυς
View word page
ἐλεφαντίσκιον
young elephant

ShortDef

young elephant

Debugging

Headword:
ἐλεφαντίσκιον
Headword (normalized):
ἐλεφαντίσκιον
Headword (normalized/stripped):
ελεφαντισκιον
IDX:
28570
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-28571
Key:

Data

{'content': 'young elephant'}