Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἄκλων
ἄκλωστος
ἀκμά
ἀκμάδιον
ἀκμάζω
ἀκμαῖος
ἀκμαστικός
ἀκμή
ἀκμήν
ἄκμηνος
ἀκμηνός
ἀκμής
ἀκμητεί
ἄκμητος
ἀκμοθέτης
ἀκμόθετον
ἄκμων
ἀκναμπτεί
ἄκνημος
ἄκνησμος
ἄκνηστις
View word page
ἀκμηνός
full-grown

ShortDef

full-grown

Debugging

Headword:
ἀκμηνός
Headword (normalized):
ἀκμηνός
Headword (normalized/stripped):
ακμηνος
IDX:
2854
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-2855
Key:

Data

{'content': 'full-grown'}