Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἐλέατρος
ἐλεγαίνω
ἐλεγεία
ἐλεγειακός
ἐλεγειογράφος
ἐλεγεῖον
ἐλεγειοποιός
ἐλεγεῖος
ἐλεγῖνος
ἐλεγκτέον
ἐλεγκτήρ
ἐλεγκτικός
ἐλεγκτός
ἐλεγξίγαμος
ἐλεγξῖνος
ἔλεγξις
ἔλεγος
ἐλεγχείη
ἐλεγχής
ἐλεγχοειδής
ἔλεγχος
View word page
ἐλεγκτήρ
one who convicts
ShortDef
one who convicts
Debugging
Headword:
ἐλεγκτήρ
Headword (normalized):
ἐλεγκτήρ
Headword (normalized/stripped):
ελεγκτηρ
IDX:
28467
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-28468
Key:
Data
{'content': 'one who convicts'}