Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἐλαφόκρανος
ἐλαφοκτόνος
ἐλαφόπους
ἔλαφος
ἐλαφόσκορδον
ἐλαφοσσοία
ἐλαφοσσοΐα
ἐλαφόστικτος
ἐλαφρία
ἐλαφρίζω
ἐλαφρόγειος
ἐλαφρόνοος
ἐλαφρός
ἐλαφρότης
ἐλαφροτοκία
ἐλαφρύνω
ἐλαχιστάκις
ἐλαχιστιαῖος
ἐλάχιστος
ἐλαχιστότης
ἐλαχύνωτος
View word page
ἐλαφρόγειος
of light soil
ShortDef
of light soil
Debugging
Headword:
ἐλαφρόγειος
Headword (normalized):
ἐλαφρόγειος
Headword (normalized/stripped):
ελαφρογειος
IDX:
28437
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-28438
Key:
Data
{'content': 'of light soil'}