Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Ἐλαφηβολιών
ἐλαφηβόλος
ἐλαφίνης
ἐλαφίς
ἐλαφόβοσκον
ἐλαφοειδής
ἐλαφόκρανος
ἐλαφοκτόνος
ἐλαφόπους
ἔλαφος
ἐλαφόσκορδον
ἐλαφοσσοία
ἐλαφοσσοΐα
ἐλαφόστικτος
ἐλαφρία
ἐλαφρίζω
ἐλαφρόγειος
ἐλαφρόνοος
ἐλαφρός
ἐλαφρότης
ἐλαφροτοκία
View word page
ἐλαφόσκορδον
garlic

ShortDef

garlic

Debugging

Headword:
ἐλαφόσκορδον
Headword (normalized):
ἐλαφόσκορδον
Headword (normalized/stripped):
ελαφοσκορδον
IDX:
28431
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-28432
Key:

Data

{'content': 'garlic'}