Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀκληρονόμητος
ἄκληρος
ἀκληρούχητος
ἀκληρωτεί
ἀκλήρωτος
ἀκλητί
ἄκλητος
ἀκλινής
ἀκλισία
ἄκλιτος
ἀκλόνητος
ἄκλονος
ἀκλοπεία
ἄκλοπος
ἀκλυδώνιστος
ἄκλυστος
ἄκλυτος
ἄκλων
ἄκλωστος
ἀκμά
ἀκμάδιον
View word page
ἀκλόνητος
unshaken, unmoved
ShortDef
unshaken, unmoved
Debugging
Headword:
ἀκλόνητος
Headword (normalized):
ἀκλόνητος
Headword (normalized/stripped):
ακλονητος
IDX:
2837
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-2838
Key:
Data
{'content': 'unshaken, unmoved'}