Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἐλαιόσπονδα
ἐλαιοστάφυλος
ἐλαιοτρίβιον
ἐλαιοτροπικός
ἐλαιοτρόπιον
ἐλαιότρυγον
ἐλαιουργέω
ἐλαιουργία
ἐλαιούργιον
ἐλαιουργός
Ἐλαιοῦσσα
ἐλαιοφανής
ἐλαιοφιλοφάγος
ἐλαιοφόρος
ἐλαιοφυής
ἐλαιόφυλλον
ἐλαιοφυτεία
ἐλαιόφυτος
ἐλαιοχρίστης
ἐλαιοχριστία
ἐλαιόχροος
View word page
Ἐλαιοῦσσα
Elaeussa
ShortDef
Elaeussa
Debugging
Headword:
Ἐλαιοῦσσα
Headword (normalized):
ἐλαιοῦσσα
Headword (normalized/stripped):
ελαιουσσα
IDX:
28343
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-28344
Key:
Data
{'content': 'Elaeussa'}