Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐλαιόθηλος
ἐλαιοκάπηλος
ἐλαιοκομέω
ἐλαιοκομία
ἐλαιοκομικός
ἐλαιοκόμιον
ἐλαιοκόμος
ἐλαιοκονία
ἐλαιοκόνιον
ἐλαιολογέω
ἐλαιολόγος
ἐλαιόμελι
ἐλαιομετρέω
ἔλαιον
ἐλαιοπάροχος
ἐλαιοπινής
ἐλαιοπλήθης
ἐλαιοποιΐα
ἐλαιοπράτης
ἐλαιόπρῳρος
ἐλαιοπώλης
View word page
ἐλαιολόγος
an olive-gatherer

ShortDef

an olive-gatherer

Debugging

Headword:
ἐλαιολόγος
Headword (normalized):
ἐλαιολόγος
Headword (normalized/stripped):
ελαιολογος
IDX:
28319
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-28320
Key:

Data

{'content': 'an olive-gatherer'}