Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀκκώ
ἀκλάρωτος
ἄκλαστος
ἀκλαυστεί
ἄκλαυτος
ἀκλεής
ἀκλεΐα
ἄκλειστος
ἄκλεπτος
ἀκληρέω
ἀκλήρημα
ἀκληρία
ἀκληρονόμητος
ἄκληρος
ἀκληρούχητος
ἀκληρωτεί
ἀκλήρωτος
ἀκλητί
ἄκλητος
ἀκλινής
ἀκλισία
View word page
ἀκλήρημα
loss, mishap

ShortDef

loss, mishap

Debugging

Headword:
ἀκλήρημα
Headword (normalized):
ἀκλήρημα
Headword (normalized/stripped):
ακληρημα
IDX:
2825
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-2826
Key:

Data

{'content': 'loss, mishap'}