Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀκκίζομαι
ἀκκιπήσιος
ἀκκισμός
ἀκκιστικός
ἀκκώ
ἀκλάρωτος
ἄκλαστος
ἀκλαυστεί
ἄκλαυτος
ἀκλεής
ἀκλεΐα
ἄκλειστος
ἄκλεπτος
ἀκληρέω
ἀκλήρημα
ἀκληρία
ἀκληρονόμητος
ἄκληρος
ἀκληρούχητος
ἀκληρωτεί
ἀκλήρωτος
View word page
ἀκλεΐα
ingloriousness
ShortDef
ingloriousness
Debugging
Headword:
ἀκλεΐα
Headword (normalized):
ἀκλεΐα
Headword (normalized/stripped):
ακλεια
IDX:
2821
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-2822
Key:
Data
{'content': 'ingloriousness'}