Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐκφορέω
ἐκφοριαστής
ἐκφορίζω
ἐκφορικός
ἐκφόριον
ἐκφορόομαι
ἔκφορος
ἐκφορτίζομαι
ἐκφούγιν
ἐκφράζω
ἐκφρακτικός
ἔκφραξις
ἔκφρασις
ἐκφράσσω
ἐκφραστέον
ἐκφραστικός
ἐκφρέω
ἐκφρίημι
ἐκφρίττω
ἐκφρονέω
ἐκφροντίζω
View word page
ἐκφρακτικός
for clearing obstructions

ShortDef

for clearing obstructions

Debugging

Headword:
ἐκφρακτικός
Headword (normalized):
ἐκφρακτικός
Headword (normalized/stripped):
εκφρακτικος
IDX:
28210
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-28211
Key:

Data

{'content': 'for clearing obstructions'}