Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐκφοβητικός
ἐκφόβητρον
ἔκφοβος
ἐκφοινίσσω
ἐκφοιτάω
ἐκφοίτησις
ἐκφορά
ἐκφορέω
ἐκφοριαστής
ἐκφορίζω
ἐκφορικός
ἐκφόριον
ἐκφορόομαι
ἔκφορος
ἐκφορτίζομαι
ἐκφούγιν
ἐκφράζω
ἐκφρακτικός
ἔκφραξις
ἔκφρασις
ἐκφράσσω
View word page
ἐκφορικός
belonging to or producing expression

ShortDef

belonging to or producing expression

Debugging

Headword:
ἐκφορικός
Headword (normalized):
ἐκφορικός
Headword (normalized/stripped):
εκφορικος
IDX:
28203
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-28204
Key:

Data

{'content': 'belonging to or producing expression'}