Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐκφόβημα
ἐκφόβησις
ἐκφοβητικός
ἐκφόβητρον
ἔκφοβος
ἐκφοινίσσω
ἐκφοιτάω
ἐκφοίτησις
ἐκφορά
ἐκφορέω
ἐκφοριαστής
ἐκφορίζω
ἐκφορικός
ἐκφόριον
ἐκφορόομαι
ἔκφορος
ἐκφορτίζομαι
ἐκφούγιν
ἐκφράζω
ἐκφρακτικός
ἔκφραξις
View word page
ἐκφοριαστής
collector of ἐκφόριον ΙΙ

ShortDef

collector of ἐκφόριον ΙΙ

Debugging

Headword:
ἐκφοριαστής
Headword (normalized):
ἐκφοριαστής
Headword (normalized/stripped):
εκφοριαστης
IDX:
28201
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-28202
Key:

Data

{'content': 'collector of ἐκφόριον ΙΙ'}