Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐκφαιδρύνω
ἐκφαίνω
ἐκφαλαγγίζω
ἐκφάνδην
ἐκφάνεια
ἐκφανής
ἔκφανσις
ἐκφαντάζομαι
ἐκφαντικός
ἐκφαντορία
ἐκφαντορικός
ἔκφαντος
ἔκφασις
ἐκφατνίζω
ἐκφάτνισμα
ἔκφατος
ἐκφαυλίζω
ἐκφαυλισμός
ἐκφερομυθέω
ἐκφέρω
ἐκφεύγω
View word page
ἐκφαντορικός
revealing

ShortDef

revealing

Debugging

Headword:
ἐκφαντορικός
Headword (normalized):
ἐκφαντορικός
Headword (normalized/stripped):
εκφαντορικος
IDX:
28164
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-28165
Key:

Data

{'content': 'revealing'}