Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἑκυρεύω
ἑκυρή
ἑκυρός
ἐκφαιδρύνω
ἐκφαίνω
ἐκφαλαγγίζω
ἐκφάνδην
ἐκφάνεια
ἐκφανής
ἔκφανσις
ἐκφαντάζομαι
ἐκφαντικός
ἐκφαντορία
ἐκφαντορικός
ἔκφαντος
ἔκφασις
ἐκφατνίζω
ἐκφάτνισμα
ἔκφατος
ἐκφαυλίζω
ἐκφαυλισμός
View word page
ἐκφαντάζομαι
form in imagination

ShortDef

form in imagination

Debugging

Headword:
ἐκφαντάζομαι
Headword (normalized):
ἐκφαντάζομαι
Headword (normalized/stripped):
εκφανταζομαι
IDX:
28161
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-28162
Key:

Data

{'content': 'form in imagination'}