Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐκτροπή
ἐκτροπιάζομαι
ἐκτροπίας
ἐκτρόπιον
ἔκτροπος
ἐκτροφή
ἔκτροφος
ἐκτροχάζω
ἐκτρυγάω
ἐκτρυγίζω
ἐκτρυπάω
ἐκτρύπημα
ἐκτρύπησις
ἐκτρυφάω
ἐκτρυχόω
ἐκτρύχω
ἐκτρύω
ἐκτρώγω
ἔκτρωμα
ἐκτρωματιαῖος
ἔκτρωσις
View word page
ἐκτρυπάω
bore

ShortDef

bore

Debugging

Headword:
ἐκτρυπάω
Headword (normalized):
ἐκτρυπάω
Headword (normalized/stripped):
εκτρυπαω
IDX:
28120
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-28121
Key:

Data

{'content': 'bore'}