Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐκτριβή
ἐκτρίβω
ἔκτριμμα
ἔκτριψις
ἔκτρομος
ἐκτροπή
ἐκτροπιάζομαι
ἐκτροπίας
ἐκτρόπιον
ἔκτροπος
ἐκτροφή
ἔκτροφος
ἐκτροχάζω
ἐκτρυγάω
ἐκτρυγίζω
ἐκτρυπάω
ἐκτρύπημα
ἐκτρύπησις
ἐκτρυφάω
ἐκτρυχόω
ἐκτρύχω
View word page
ἐκτροφή
bringing up, rearing, nurture

ShortDef

bringing up, rearing, nurture

Debugging

Headword:
ἐκτροφή
Headword (normalized):
ἐκτροφή
Headword (normalized/stripped):
εκτροφη
IDX:
28115
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-28116
Key:

Data

{'content': 'bringing up, rearing, nurture'}