Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἐκτραχηλισμός
ἐκτραχύνω
ἐκτρέπω
ἐκτρέφω
ἐκτρέχω
ἔκτρεψις
ἔκτρημα
ἔκτρησις
ἐκτριαινόω
ἐκτριβή
ἐκτρίβω
ἔκτριμμα
ἔκτριψις
ἔκτρομος
ἐκτροπή
ἐκτροπιάζομαι
ἐκτροπίας
ἐκτρόπιον
ἔκτροπος
ἐκτροφή
ἔκτροφος
View word page
ἐκτρίβω
to rub out
ShortDef
to rub out
Debugging
Headword:
ἐκτρίβω
Headword (normalized):
ἐκτρίβω
Headword (normalized/stripped):
εκτριβω
IDX:
28106
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-28107
Key:
Data
{'content': 'to rub out'}