Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐκτραπελόγαστρος
ἐκτράπελος
ἐκτραχηλίζω
ἐκτραχηλισμός
ἐκτραχύνω
ἐκτρέπω
ἐκτρέφω
ἐκτρέχω
ἔκτρεψις
ἔκτρημα
ἔκτρησις
ἐκτριαινόω
ἐκτριβή
ἐκτρίβω
ἔκτριμμα
ἔκτριψις
ἔκτρομος
ἐκτροπή
ἐκτροπιάζομαι
ἐκτροπίας
ἐκτρόπιον
View word page
ἔκτρησις
hole

ShortDef

hole

Debugging

Headword:
ἔκτρησις
Headword (normalized):
ἔκτρησις
Headword (normalized/stripped):
εκτρησις
IDX:
28103
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-28104
Key:

Data

{'content': 'hole'}