Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἐκτοπιστικός
ἔκτοπος
Ἑκτόρεος
ἐκτορεύω
ἐκτορέω
ἐκτορμέω
ἐκτορνεύω
ἔκτορνος
ἑκτός
ἐκτός
ἕκτος
ἔκτοσε
ἔκτοσθε
ἔκτοτε
ἐκτότης
ἐκτραγῳδέω
ἐκτρανόω
ἐκτράπεζος
ἐκτραπελόγαστρος
ἐκτράπελος
ἐκτραχηλίζω
View word page
ἕκτος
sixth
ShortDef
sixth
Debugging
Headword:
ἕκτος
Headword (normalized):
ἕκτος
Headword (normalized/stripped):
εκτος
IDX:
28085
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-28086
Key:
Data
{'content': 'sixth'}