Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἕκτη
ἐκτήκω
ἑκτημόριοι
ἔκτηξις
ἐκτίθημι
ἐκτιθηνέω
ἑκτικεύομαι
ἑκτικός
ἐκτίκτω
ἐκτιλάω
ἐκτίλλω
ἐκτιμάω
ἐκτίμησις
ἐκτίμητρα
ἔκτιμος
ἐκτιναγμός
ἐκτίνακτρον
ἐκτινάσσω
ἐκτίνω
ἐκτιτθεύω
ἐκτιτράω
View word page
ἐκτίλλω
to pluck out

ShortDef

to pluck out

Debugging

Headword:
ἐκτίλλω
Headword (normalized):
ἐκτίλλω
Headword (normalized/stripped):
εκτιλλω
IDX:
28038
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-28039
Key:

Data

{'content': 'to pluck out'}