Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐκστάζω
ἐκστασιάζω
ἔκστασις
ἐκστατικός
ἐκστέλλω
ἐκστέφω
ἐκστραγγίζω
ἐκστρατεία
ἐκστράτευμα
ἐκστρατεύσιμος
ἐκστράτευσις
ἐκστρατεύω
ἐκστρατοπεδεύομαι
ἐκστρέφω
ἐκστροφή
ἐκστρόφια
ἐκστροφόω
ἐκστρώννυμι
ἐκσυριγγόομαι
ἐκσυρίζω
ἐκσυρτικός
View word page
ἐκστράτευσις
expedition

ShortDef

expedition

Debugging

Headword:
ἐκστράτευσις
Headword (normalized):
ἐκστράτευσις
Headword (normalized/stripped):
εκστρατευσις
IDX:
27964
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-27965
Key:

Data

{'content': 'expedition'}