Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀκηρυκτεί
ἀκήρυκτος
ἀκήρωτος
ἀκίβδηλος
ἀκίδιον
ἀκιδνός
ἀκιδοειδής
ἀκιδώδης
ἀκίθαρις
ἄκικυς
ἀκίναγμα
ἀκινάκης
ἀκινδυνί
ἀκίνδυνος
ἀκινδυνότης
ἀκινδυνώδης
ἀκινησία
ἀκινητέω
ἀκινητί
ἀκίνητος
ἀκίνινος
View word page
ἀκίναγμα
shaking
ShortDef
shaking
Debugging
Headword:
ἀκίναγμα
Headword (normalized):
ἀκίναγμα
Headword (normalized/stripped):
ακιναγμα
IDX:
2794
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-2795
Key:
Data
{'content': 'shaking'}