Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐκσιγάομαι
ἐκσιφωνίζω
ἐκσιωπάω
ἐκσκαλεύω
ἐκσκάπτω
ἐκσκαφή
ἐκσκεδάννυμι
ἐκσκευάζω
ἔκσκευος
ἔκσκηνος
ἐκσκορπισμός
ἐκσμάω
ἐκσοβέω
ἔκσπασις
ἐκσπαστέον
ἐκσπάω
ἐκσπένδω
ἐκσπερματίζω
ἐκσπερματόω
ἐκσπεύδω
ἐκσπογγίζω
View word page
ἐκσκορπισμός
scattering abroad

ShortDef

scattering abroad

Debugging

Headword:
ἐκσκορπισμός
Headword (normalized):
ἐκσκορπισμός
Headword (normalized/stripped):
εκσκορπισμος
IDX:
27937
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-27938
Key:

Data

{'content': 'scattering abroad'}