Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐκσαρκόω
ἐκσάρκωσις
ἐκσαρόω
ἐκσβέννυμι
ἐκσείω
ἐκσεύομαι
ἐκσεύω
ἐκσηκόω
ἐκσημαίνω
ἐκσήπομαι
ἐκσηπτόομαι
ἐκσιγάομαι
ἐκσιφωνίζω
ἐκσιωπάω
ἐκσκαλεύω
ἐκσκάπτω
ἐκσκαφή
ἐκσκεδάννυμι
ἐκσκευάζω
ἔκσκευος
ἔκσκηνος
View word page
ἐκσηπτόομαι
to be decomposed

ShortDef

to be decomposed

Debugging

Headword:
ἐκσηπτόομαι
Headword (normalized):
ἐκσηπτόομαι
Headword (normalized/stripped):
εκσηπτοομαι
IDX:
27926
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-27927
Key:

Data

{'content': 'to be decomposed'}