Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐκρομβίζω
ἔκροος
ἐκροφέω
ἔκρυθμος
ἐκρύομαι
ἐκρυπαρόω
ἐκρύπτω
ἔκρυσις
ἐκσαγηνεύω
ἐκσαλάσσω
ἐκσαλεύω
ἐκσαρκίζομαι
ἐκσαρκόω
ἐκσάρκωσις
ἐκσαρόω
ἐκσβέννυμι
ἐκσείω
ἐκσεύομαι
ἐκσεύω
ἐκσηκόω
ἐκσημαίνω
View word page
ἐκσαλεύω
shake out

ShortDef

shake out

Debugging

Headword:
ἐκσαλεύω
Headword (normalized):
ἐκσαλεύω
Headword (normalized/stripped):
εκσαλευω
IDX:
27914
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-27915
Key:

Data

{'content': 'shake out'}