Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἐκπροφαίνω
ἐκπροφέρω
ἐκπροφεύγω
ἐκπροχέω
ἐκπτερόομαι
ἐκπτερύσσομαι
ἐκπτήσσω
ἐκπτίσσω
ἐκπτοέω
ἔκπτυξις
ἔκπτυσις
ἐκπτύσσω
ἐκπτύω
ἔκπτωμα
ἔκπτωσις
ἐκπτώσσω
ἔκπτωτος
ἐκπυέω
ἐκπύημα
ἐκπύησις
ἐκπυητικός
View word page
ἔκπτυσις
expectoration
ShortDef
expectoration
Debugging
Headword:
ἔκπτυσις
Headword (normalized):
ἔκπτυσις
Headword (normalized/stripped):
εκπτυσις
IDX:
27848
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-27849
Key:
Data
{'content': 'expectoration'}