Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἐκπροθρῴσκω
ἐκπροθυμέομαι
ἐκπροΐημι
ἐκπροίημι
ἐκπροικίζω
ἐκπροκαλέομαι
ἐκπροκαλέω
ἐκπροκρίνω
ἐκπρολείπω
ἐκπρομολεῖν
ἐκπροπίπτω
ἐκπρόπτωσις
ἐκπρορέω
ἐκπροτιμάω
ἐκπροφαίνω
ἐκπροφέρω
ἐκπροφεύγω
ἐκπροχέω
ἐκπτερόομαι
ἐκπτερύσσομαι
ἐκπτήσσω
View word page
ἐκπροπίπτω
fall down from
ShortDef
fall down from
Debugging
Headword:
ἐκπροπίπτω
Headword (normalized):
ἐκπροπίπτω
Headword (normalized/stripped):
εκπροπιπτω
IDX:
27834
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-27835
Key:
Data
{'content': 'fall down from'}