Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἐκπιδύομαι
ἐκπιέζω
ἐκπίεσμα
ἐκπιεσμός
ἐκπιεστήριον
ἐκπιεστός
ἐκπικραίνομαι
ἐκπικρόομαι
ἔκπικρος
ἐκπίκρωσις
ἐκπίμπλημι
ἐκπίμπραμαι
ἐκπίνω
ἐκπιπίζω
ἐκπιπράσκω
ἐκπίπτω
ἐκπιτύζω
ἐκπιτυσμός
ἐκπλαγής
ἐκπλανάω
ἐκπλάσσω
View word page
ἐκπίμπλημι
to fill up
ShortDef
to fill up
Debugging
Headword:
ἐκπίμπλημι
Headword (normalized):
ἐκπίμπλημι
Headword (normalized/stripped):
εκπιμπλημι
IDX:
27734
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-27735
Key:
Data
{'content': 'to fill up'}