Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἐκπήδησις
ἐκπηδητικός
ἐκπηκτικός
ἐκπηνίζομαι
ἔκπηξις
ἐκπιδύομαι
ἐκπιέζω
ἐκπίεσμα
ἐκπιεσμός
ἐκπιεστήριον
ἐκπιεστός
ἐκπικραίνομαι
ἐκπικρόομαι
ἔκπικρος
ἐκπίκρωσις
ἐκπίμπλημι
ἐκπίμπραμαι
ἐκπίνω
ἐκπιπίζω
ἐκπιπράσκω
ἐκπίπτω
View word page
ἐκπιεστός
squeezed out
ShortDef
squeezed out
Debugging
Headword:
ἐκπιεστός
Headword (normalized):
ἐκπιεστός
Headword (normalized/stripped):
εκπιεστος
IDX:
27729
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-27730
Key:
Data
{'content': 'squeezed out'}