Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἐκπετάννυμι
ἐκπέτασις
ἐκπέτασμα
ἐκπετήσιμος
ἐκπέτομαι
ἔκπεψις
ἐκπήγνυμι
ἐκπηδάω
ἐκπήδημα
ἐκπήδησις
ἐκπηδητικός
ἐκπηκτικός
ἐκπηνίζομαι
ἔκπηξις
ἐκπιδύομαι
ἐκπιέζω
ἐκπίεσμα
ἐκπιεσμός
ἐκπιεστήριον
ἐκπιεστός
ἐκπικραίνομαι
View word page
ἐκπηδητικός
bounding
ShortDef
bounding
Debugging
Headword:
ἐκπηδητικός
Headword (normalized):
ἐκπηδητικός
Headword (normalized/stripped):
εκπηδητικος
IDX:
27720
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-27721
Key:
Data
{'content': 'bounding'}