Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἐκπέσσω
ἐκπέταλος
ἐκπετάννυμι
ἐκπέτασις
ἐκπέτασμα
ἐκπετήσιμος
ἐκπέτομαι
ἔκπεψις
ἐκπήγνυμι
ἐκπηδάω
ἐκπήδημα
ἐκπήδησις
ἐκπηδητικός
ἐκπηκτικός
ἐκπηνίζομαι
ἔκπηξις
ἐκπιδύομαι
ἐκπιέζω
ἐκπίεσμα
ἐκπιεσμός
ἐκπιεστήριον
View word page
ἐκπήδημα
for out-leap
ShortDef
for out-leap
Debugging
Headword:
ἐκπήδημα
Headword (normalized):
ἐκπήδημα
Headword (normalized/stripped):
εκπηδημα
IDX:
27718
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-27719
Key:
Data
{'content': 'for out-leap'}