Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀγανακτέω
ἀγανάκτησις
ἀγανακτητέον
ἀγανακτητικός
ἀγανακτητός
ἀγάννιφος
ἀγανοβλέφαρος
ἀγανόμματος
ἄγανος
ἀγανός
ἀγανοφροσύνη
ἀγανόφρων
ἀγανῶπις
ἀγάνωρ
ἀγάνωτος
ἀγάομαι
ἀγαπάζω
ἀγαπατός
ἀγαπάω
ἀγάπη
ἀγάπημα
View word page
ἀγανοφροσύνη
gentleness, kindliness

ShortDef

gentleness, kindliness

Debugging

Headword:
ἀγανοφροσύνη
Headword (normalized):
ἀγανοφροσύνη
Headword (normalized/stripped):
αγανοφροσυνη
IDX:
276
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-277
Key:

Data

{'content': 'gentleness, kindliness'}