Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἐκπεπληγμένως
ἐκπεπταμένως
ἐκπεραίνω
ἐκπεραιόω
ἐκπέραμα
ἐκπερατόομαι
ἐκπεράω
ἐκπερδικίζω
ἐκπέρθω
ἐκπεριάγω
ἐκπερίειμι
ἐκπεριέρχομαι
ἐκπεριοδεύω
ἐκπεριπλέω
ἐκπεριπορεύομαι
ἐκπερισπασμός
ἐκπερισπάω
ἐκπερισσεύω
ἐκπερισσῶς
ἐκπεριτρέχω
ἐκπερονάω
View word page
ἐκπερίειμι
to go out and round, go all round
ShortDef
to go out and round, go all round
Debugging
Headword:
ἐκπερίειμι
Headword (normalized):
ἐκπερίειμι
Headword (normalized/stripped):
εκπεριειμι
IDX:
27696
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-27697
Key:
Data
{'content': 'to go out and round, go all round'}