Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἔκπεμψις
ἐκπεπαίνω
ἐκπεπληγμένως
ἐκπεπταμένως
ἐκπεραίνω
ἐκπεραιόω
ἐκπέραμα
ἐκπερατόομαι
ἐκπεράω
ἐκπερδικίζω
ἐκπέρθω
ἐκπεριάγω
ἐκπερίειμι
ἐκπεριέρχομαι
ἐκπεριοδεύω
ἐκπεριπλέω
ἐκπεριπορεύομαι
ἐκπερισπασμός
ἐκπερισπάω
ἐκπερισσεύω
ἐκπερισσῶς
View word page
ἐκπέρθω
to destroy utterly
ShortDef
to destroy utterly
Debugging
Headword:
ἐκπέρθω
Headword (normalized):
ἐκπέρθω
Headword (normalized/stripped):
εκπερθω
IDX:
27694
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-27695
Key:
Data
{'content': 'to destroy utterly'}