Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐκπειράζω
ἐκπειράομαι
ἐκπέλει
ἐκπελεκάω
ἐκπεμπτέος
ἐκπέμπω
ἔκπεμψις
ἐκπεπαίνω
ἐκπεπληγμένως
ἐκπεπταμένως
ἐκπεραίνω
ἐκπεραιόω
ἐκπέραμα
ἐκπερατόομαι
ἐκπεράω
ἐκπερδικίζω
ἐκπέρθω
ἐκπεριάγω
ἐκπερίειμι
ἐκπεριέρχομαι
ἐκπεριοδεύω
View word page
ἐκπεραίνω
to finish off

ShortDef

to finish off

Debugging

Headword:
ἐκπεραίνω
Headword (normalized):
ἐκπεραίνω
Headword (normalized/stripped):
εκπεραινω
IDX:
27688
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-27689
Key:

Data

{'content': 'to finish off'}