Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐκξιφίζομαι
ἐκξυλόομαι
ἐκξύω
ἑκοντί
ἑκουσιάζομαι
ἑκουσιασμός
ἑκούσιος
ἑκουσιότης
ἐκπαγλέομαι
ἔκπαγλος
ἐκπαγλότης
ἐκπάθεια
ἐκπαθής
ἐκπαίδευμα
ἐκπαιδεύω
ἐκπαίζω
ἐκπαιφάσσω
ἐκπαίω
ἔκπαλαι
ἐκπαλαίω
ἐκπαλεία
View word page
ἐκπαγλότης
enormity

ShortDef

enormity

Debugging

Headword:
ἐκπαγλότης
Headword (normalized):
ἐκπαγλότης
Headword (normalized/stripped):
εκπαγλοτης
IDX:
27648
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-27649
Key:

Data

{'content': 'enormity'}